- Κρονίωνι
- Κρονί̱ωνι , Κρονίωνson of Cronosmasc dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
AEGAEON — I. AEGAEON saevus et immanis, Caeli et Terrae fil. qui unô ictu centum scopulos in Iovem contorquebat. Victus demum, alligatus est a Neptuno scopulo Aegaei maris. Stat. l. 1. Achilleid. v. 209. Audierat duros laxantem Aegaeona vectes. Hesych.… … Hofmann J. Lexicon universale
Κρονίων — Κρονίων, ωνος, ὁ (Α) ο γιος τού Κρόνου, ο Ζευς («ὅτ ἔφησθα κελαινεφέϊ Κρονίωνι», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Κρόνος + πατρων. κατάλ. ίων (πρβλ. Αττικ ίων, Ουραν ίων)] … Dictionary of Greek
πη — (I) Α (δωρ. επίρρ.) 1. κάπου, οπουδήποτε («αλλη πη», Επιγρ. Κυρ.) 2. σε πλάγια ερώτηση («ἴσατι πῆ ἐστι», Επιγρ. Επιζ. Λοκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πο ]. (II) και ιων. τ. κη και δωρ. τ. πα Α Α (εγκλιτ. μόριο) Ι. (τροπ.) 1. κατά κάποιο τρόπο, τρόπον… … Dictionary of Greek